Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Διακοπές σε μωβ και ροζ...

Διακοπές Σε Μωβ

Έκθεση της μαθήτριας Θείας:
 "Πως πέρασα στις διακοπές"
 "Σε Ξένα Σπίτια"

 Φέτος το καλοκαίρι πήγα διακοπές στην Κυψέλη. Και σε άλλα ξένα σπίτια. Είναι ωραία η Κυψέλη τα καλοκαίρια. Είναι ήσυχη και άδεια. Και τα ξένα σπίτια είναι ωραία τα καλοκαίρια. Κάποια είναι ήσυχα και άδεια επίσης. Κάποια άλλα δεν είναι. Οποιαδήποτε εποχή... Τη μέρα που ξεκίνησε το ταξίδι μου, πήγα στο κέντρο της Αθήνας. Στο αγαπημένο μου μαγαζί. Δεν ξέρω γιατί μου αρέσει τόσο εκεί. Ίσως επειδή πετυχαίνουν πάντα τον καφέ μου. Μπορεί επειδή έχει φουντούκι εκεί. Ή ίσως να φταίει ο κύριος Σταύρος που πάντα χαίρεται όταν με βλέπει. Πάρα τις συζητήσεις που έχει ακούσει τόσα χρόνια. Και ο δανεικός ξάδερφος μας κέρασε για τα γενέθλια του. Καλά. Τον ξέραμε και χωρίς γενέθλια. Τα ίδια έκανε...

 Την επόμενη μέρα ξαναβρέθηκα εκεί. Παρκάροντας παράνομα. Μια σκέψη, που ακόμα και σαν Ελληνίδα, με κυνηγάει σαν εφιάλτης. Όμως σε εκείνο το γκρι γραφείο, μαγικά, ξαναβρέθηκαν όλα εκείνα τα πολύτιμα αρχεία που νόμιζα πως έχασα για πάντα όταν αρρώστησε και πέθανε ο σκληρός δίσκος που τα φιλοξενούσε. Γύρισα χαρούμενη στην Κυψέλη. Μέχρι που ξαφνικά ήρθαν τα λουλούδια. Τα λουλούδια, που για χρόνια θα με κοροιδεύουν με μια μικρή απλή λέξη. Πολλά λουλούδια. Κι είχα κι εγώ ένα. Λουλούδια. Μόνο λουλούδια... Την ίδια ώρα, κάπου εκεί κοντά, μια όμορφη δικαστίνα, πιστή στο καθήκον, έκανε σωστά τη δουλειά της. Και την ευχαριστώ γι'αυτό.

 Και μετά ήταν αργία. Η κλασική μεγάλη αργία του καλοκαιριού. Κάποιοι νομίζουν πως γιορτάζω αυτή τη μέρα. Κάποιοι άλλοι με πήραν τηλέφωνο για να μου πουν χρόνια πολλά για όταν γιορτάζω. Όπως το κορίτσι του Κουραμπιέ. Και έπρεπε να γυρίσω σε ένα απόλυτα ξένο σπίτι για λίγο. Φοβάμαι πως πιό ξένα είναι τα σπίτια εκείνα που κάποτε ήταν δικά μας. Αυτό σκέφτομουν όταν μετά πίναμε καφέ. Και όταν οδηγούσα. Και όταν βγήκαμε έξω για φαγητό. Σε εκείνο το πράσινο τραπέζι. Σε ένα άλλο ξένο σπίτι.

 Υπάρχουν όμως ξένα σπίτια που μέσα έχουν πλάσματα που θέλουν να σε φροντίσουν και να τα φροντίσεις. Κι ας είναι δανεικά. Και σε ένα έχει υπόγειο. Κι έναν Θείο που φτιάχνει γεμιστά. Και πίνει τσικουδιές και κρασί. Κι έχει ένα καραμελένιο γατί. Που γκρινιάζει. Συνέχεια. Και η γκρίνια του ένα μόνο σκοπό έχει. Να σου ζητήσει να τον χαιδέψεις. Μονάχα αυτό. Με μια λευκή μεταξωτή γούνα. Φτιαγμένη μόνο για χάδια. Εκτός κι αν κάποια ξανθιά νεαρή καλλονή περάσει τα όρια. Εκεί δείχνει από τι είναι φτιαγμένος. Χειροποίητος είναι από δαίμονες. Αν κρίνω από τη φωνή του. Από την πολλή τρομάρα είπαμε να πάμε εκδρομή σε ένα σούπερ μάρκετ εκεί κοντά. Και πήγαμε. Και πήραμε σοκολάτες. Οι περισσότερες έλιωσαν στο αυτοκίνητο. Μετά όμως πήγαμε αργά πάλι σε άδεια ξένα σπίτια κι ένα χοντρό χοντρούλι γατί με περουκίνι και μούσι άκουγε τη μουσική μου. Από το κινητό μου γνωστό και ως πολυμηχάνημα.

 Κι αφού ξαναπήγαμε σούπερ μάρκετ με καλαθάκια με ροδάκια και σοκολάτες που δεν πρόλαβαν να λιώσουν και χυμούς, ήρθε η ώρα να ανοίξω την τσάντα με τον υπολογιστή. Κι εκεί είχα δώρο ένα μωβ μαντήλι. Μωβ της Θείας όπως λέει και εκείνος που μου το χάρισε. Και μετά το χοντρό χοντρούλι γατί, άκουσε ξανά τη μουσική μου. Νομίζω του άρεσε.

 Κι όλες αυτές τις μέρες, κοιμόμουν και ξυπνούσα σε έναν ξένο καναπέ. Αλλά δεν ήμουν μόνη. Δύο λευκά κουβερτάκια από την κόλαση μου έκαναν παρέα. Μέσα στο κατακαλόκαιρο. Δύο λευκά κουβερτάκια που ερχόντουσαν να με αγκαλιάσουν και να κοιμηθούν πάνω μου. Ή που αποφάσιζαν πως είναι πλέον ώρα να ξυπνήσω. Κι έφερναν τα παιχνίδια τους για να με πείσουν. Κι όταν δεν τα κατάφερναν, έπεφταν παραδωμένα στην αγκαλιά μου για να κοιμηθούν λίγο παραπάνω.

 Την τελευταία μέρα έπρεπε να πάμε όλοι μαζί μια ωραία εκδρομή. Και πήγαμε. Και είδαμε πολλά πολλά αυτοκίνητα. Αυτοκίνητα που κάποιοι τα είχαν αφήσει μισοθαμμένα στο χώμα πίσω από το Φιξ. Και που κάποιος τα πήρε. Και τα φρόντισε. Και τα έκανε κοσμήματα. Και διαλέξαμε αυτοκίνητα. Ξένα αυτοκίνητα. Που εμείς τα ονομάσαμε δικά μας. Δεν είχαν αντίρρηση τα αυτοκίνητα. Ίσως και να χάρηκαν λίγο. Και στο σκοτάδι το βράδυ να περηφανεύονται στα άλλα.

 Πριν να γυρίσω στο δανεικό μου σπίτι, σταματήσαμε σε ένα άλλο ξένο σπίτι. Ίσα ίσα για μία λεμονάδα. Και για να κλείσουμε τις διακοπές στα ξένα σπίτια. Και για να πούμε ένα μικρό γειά στον κρυμμένο και φοβισμένο μονίμως Έντγκαρ. Οι διακοπές μου στα ξένα σπίτια τελείωσαν. Η νύστα έμεινε. Μία ατελείωτη και αχόρταγη νύστα που δεν λέει να σταματήσει. Αν κάποιος από εσάς ξέρει τι φταίει ή πως να περάσει ας μου πει κι εμένα. Βασανίζομαι...

 Βαθμολογία: 04 - Εκτός Θέματος
 ______________________________________

 Διακοπές Σε Ροζ

 Ημερολόγιο διακοπών
 "Στα Ξένα Σπίτια"

 Αγαπητό μου ημερολόγιο,
την προηγούμενη εβδομάδα πήγα διακοπές στο σπίτι μου, αλλά και σε άλλα σπίτια. Έτσι για ποικιλία, γιατί η μαμά μου λέει, πως όταν πάμε διακοπές, δε μένουμε όλη μέρα κλεισμένοι στο δωμάτιο να παίζουμε gameboy, πάμε και καμιά βόλτα να μας δει ο ήλιος που έχουμε καταντήσει σαν το δράκουλα. Αυτό λέει η μαμά μου, που είναι πολύ καλή και ξέρει.

 Τη Δευτέρα ξεκίνησα τις διακοπές μου στο σπίτι από πάνω, που πήγα να δω τη φίλη μου που ήρθε από τις δικές της διακοπές και μου είπε πως θα ξαναφύγει και μου άφησε πάλι το κλειδί της, για να ταϊζω το Χοντρούλη. Μετά ήρθε η Θεία με το σούπερ αυτοκίνητο και με πήγε βόλτα στο κέντρο. Εκεί περιμέναμε πολλή ώρα να ανοίξει η καφετέρια, αλλά όταν άνοιξε, ήπια έναν τέλειο χυμό και μετά ήρθαν κάτι αγόρια με ποδήλατα και μπαντάνες και μας κέρασαν και λικέρ φουντούκι που ήταν πολύ ωραίο. Μετά φύγαμε και πήγαμε σε ένα μεγάαααλο μαγαζί που πουλάει πίτες και πήραμε πάρα πολλές πίτες να φάμε και να ταϊσουμε και τον Αντρούλη που περίμενε υπομονετικά στο σπίτι παίζοντας Sims. Φάγαμε όλοι μαζί και μετά ο Αντρούλης πήγε για ύπνο κι εμείς μείναμε ξύπνιες μέχρι πολύ αργά και περάσαμε πολύ ωραία!

 Την Τρίτη η Θεία πήγε να συναντήσει πάλι το αγόρι με το ποδήλατο και τη μπαντάνα. Εγώ έμεινα μόνη στο σπίτι κι είπα να φτιάξω κάτι να φάμε το βράδυ. Έφτιαξα ψωμάκι, κοτόπουλο στο φούρνο με πατάτες, σαλάτα κι ένα μεγάλο σταφιδόψωμο για επιδόρπιο, που φούσκωσε κι έγινε τόοοοοοσο και γέμισε ο κόσμος σταφιδόψωμο. Μετά ήρθε η Θεία στο σπίτι και μετά ήρθε κι ο Αντρούλης που έφερε πολλά λουλούδια, γιατί λέει κλείσαμε δέκα χρόνια από τη μέρα που με γνώρισε και μάλλον του άρεσε αυτό. Έφερε και στη Θεία λουλούδι σαν σωστός κύριος κι η Θεία χάρηκε κι όλο το βράδυ έλεγε λουλούδΙιια. Και φάγαμε το φαγάκι που έφτιαξα που ήταν πολύ νόστιμο κι είπαμε ιστορίες και μετά ο Αντρούλης καθάριζε με τις ώρες το σταφιδόψωμο που είχε κολλήσει παντού και μετά είδαμε πολλά επεισόδια Heroes και περάσαμε πολύ ωραία!

 Την Τετάρτη ο Αντρούλης δούλευε μόνο τη μισή μέρα γιατί ήταν γιορτή. Κι όταν ήρθε σπίτι, μας πήρε η Θεία με το σούπερ αυτοκίνητο και μας πήγε μακριά και μας άφησε να πιούμε καφέ στην Κεομίτσα κι εκείνη πήγε στο παλιό σπίτι να ψουνίσει παπούτσια. Μετά ήρθε κι εκείνη κι ήπιε καφέ και μετά ξαναμπήκαμε στο σούπερ αυτοκίνητο για να γυρίσουμε σπίτι. Όμως στο δρόμο πεινάσαμε και μας έπιασε μουρμούρα που δεν είχαμε πολλά λεφτά να πάμε κάπου έξω να φάμε κάτι νόστιμο. Και τους λέω "έξω θέλετε? έξω θα σας πάω!" Και γυρίσαμε σπίτι, αφού πρώτα μας σταμάτησαν κάτι ωραία παιδιά με στολές κι εμείς τους τραγουδήσαμε και τους χορέψαμε και μας άφησαν να φύγουμε. Παραγγείλαμε σουβλάκια, και πήγαμε στο πάνω σπίτι που έχει μια μεγάλη βεράντα και φάγαμε ΈΞΩ. Τάισα και το Χοντρούλη που ήταν χαρούμενος που είχε παρέα κι όλοι ευχαριστηθήκαμε και περάσαμε πολύ ωραία!

 Την Πέμπτη μας είχαν καλέσει σε ένα άλλο σπίτι, που είναι του Θείου κι εκεί ζει και η Θεία κι ο Γκρίνιας και το Γατοαγόρι κι η Κρέσνυ με τη μαμά της κι είναι όλοι πολύ καλοί! Σηκωθήκαμε πρωί πρωί, ντυθήκαμε όμορφα και μπήκαμε στο σούπερ αυτοκίνητο. Πήγαμε σε ένα μαγαζί γεμάτο παγωτά που το έχει ένα άλλο ψηλό αγόρι που πάντα χαίρεται όταν μας βλέπει και πήραμε νόστιμα παγωτά για το Θείο. Στο σπίτι ήπιαμε καφέ, φάγαμε τέλεια γεμιστά από τα χεράκια του Θείου που μαγειρεύει τέλεια κι έχει πολλή πλάκα και θα ήθελα να είναι δικός μου Θείος, ξαναήπιαμε καφέ με το Γατοαγόρι, παίξαμε με το Γκρίνια που είναι χνουδωτός και γουργουριστός και φτιαγμένος από ζάχαρη, αλλά μετά ήρθε κι η Κρέσνυ με τη μαμά της κι ο Γκρίνιας τα πήρε. Η Κρέσνυ κούναγε ουρές κι έτρεχε από αγκαλιά σ'αγκαλιά κι ο Γκρίνιας έβγαζε κάτι απόκοσμους ήχους κάτω από το τραπέζι κι ήταν πολύ αστείος και γλυκούλης σαν εμένα. Μετά πήγαμε στο σούπερ μάρκετ και ψωνίσαμε πάαααρα πολλά πράγματα και μετά περάσαμε με το σούπερ αυτοκίνητο, πήραμε τον Αντρούλη από τη δουλειά και γυρίσαμε στο σπίτι. Εκεί ξαναφάγαμε γιατί είχαν περάσει ώρες και τα γεμιστά είχαν γίνει νόστιμη ανάμνηση και μετά πήραμε ένα σωρό σοκολάτες με τη Θεία κι ανεβήκαμε στο πάνω σπίτι. Εκεί κάτσαμε έξω παρέα με το Χοντρούλη, φάγαμε σοκολάτες κι ακούσαμε μουσική και περάσαμε πολύ ωραία!

 Την Παρασκευή κάτσαμε πολύ ήσυχες για να ξεκουραστούμε. Πήγαμε όμως πάλι σε ένα σούπερ μάρκετ, που δεν είναι μεγάλο σαν αυτά που ήξερα κι απογοητεύτηκα όταν το είδα. Μετά όμως μου έδειξε η Θεία κάτι καλαθάκια που έχουν ροδίτσες και τα σέρνεις πίσω σου σα βαλίτσες κι είναι τέλεια! Έκανα πολλές πολλές βόλτες στους διαδρόμους με το σούπερ καλαθάκι μου κι ήμουν περήφανη και χαρούμενη. Νομίζω κι η Θεία ήταν πολύ περήφανη που με έβλεπε να σέρνω με χαρά το καλαθάκι μου, αλλά δεν το έδειξε για να μην το πάρω πάνω μου και γεμίσουν τα μυαλά μου αέρα. Μετά γυρίσαμε σπίτι και βρήκαμε τον Αντρούλη να μας περιμένει. Φάγαμε και μετά ανεβήκαμε στο πάνω σπίτι με σοκολάτες κι ένα λάπτοπ γεμάτο μουσική και κάναμε πάρτυ με το Χοντρούλη που δεν ήξερε σε ποια από τις δύο να πρωτοχαϊδευτεί από τη χαρά του και περάσαμε πολύ ωραία!

 Το Σάββατο δεν κάναμε τίποτα σχεδόν. Μείναμε στο σπίτι και παίξαμε με τα πολλά γούνινα πλάσματα που φιλοξενούν στο σπίτι τους εμένα και τον Αντρούλη. Μόνο που πήγα να μαγειρέψω κι όταν άνοιξα τις σακούλες με τα φαγητά, ανακάλυψα πως η γεροντική άνοια χτυπάει ακόμη και παιδάκια της ηλικίας μου. Αλλιώς στο σπίτι μου υπάρχει μια νεράιδα που μεταμορφώνει τα φασολάκια σε μπριζόλες και τα μπιφτέκια σε μαρούλια. Πάντως τελικά έφτιαξα πολύ νόστιμο φαγάκι κι όλοι χαρήκαμε και μετά είδαμε ταινίες και μετά ανεβήκαμε στο πάνω σπίτι να ζουλήξουμε το Χοντρούλη και περάσαμε πολύ ωραία!

 Την Κυριακή σηκωθήκαμε νωρίς και μας πήγε ο Αντρούλης στο μουσείο αυτοκινήτων, που είναι πολύ μεγάλο και σύγχρονο και καθαρό κι ο κόσμος δεν το ξέρει κι ας είναι στο κέντρο της Αθήνας. Το έχει ένας πολύ πλούσιος κύριος που αγαπάει τα αυτοκίνητα και τα μαζεύει και τα φροντίζει και τα αγαπάει και τους δίνει καινούρια ζωή κι αυτά λάμπουν από ευτυχία. Κ εμείς διαλέξαμε αυτοκίνητα, τα βαφτίσαμε δικά μας και τα βγάλαμε και φωτογραφίες. Και μετά ήπιαμε καφέ δίπλα στο μουσείο που είχε ένα συντριβάνι που έκανε τσρρρρρρ και φύσαγε πολύ ωραίο αεράκι κι εγώ δεν ήθελα με τίποτα να φύγω. Μετά όμως φύγαμε και πήγαμε σε ένα άλλο σπίτι που ζει ο Έντγκαρ με τη μαμά του. Ήπιαμε λεμονάδες στη βεράντα, ο Έντγκαρ κατουρήθηκε, η μαμά του μας έκανε επίδειξη μόδας και μετά φύγαμε. Κι η Θεία μας άφησε και μπήκε στο σούπερ αυτοκίνητο και γύρισε στο σπίτι του Θείου και στενοχωρήθηκα.
 Μετά ήρθε η φίλη μου από πάνω με ένα πιάτο τηγανόψωμα κι είπε ο Αντρούλης ότι θα μου μαγειρέψει και φάγαμε σουβλάκια και περάσαμε πολύ ωραία!

 Έτσι πέρασα στις διακοπές κι ήταν πολύ ωραία!!!

 Με αγάπη, μικρή Τζενούλα.